Home >  Blossary: Finance and more  >  Term: τόκος
τόκος

Η χρέωση για τον δανεισμό χρημάτων, που συνήθως εκφράζεται ως ετήσιο ποσοστό. Η αγγλική λέξη interest χρησιμοποιείται τόσο με την έννοια του τόκου, όσο και για το ποσό της ιδιοκτησίας μιας εταιρείας που έχει ένας μέτοχος, το οποίο συνήθως εκφράζεται επίσης ως ποσοστό.

0 0

Finance and more

Kategori:

Total istilah: 9

Penulis

  • Aggeliki
  • (Berlin, Germany)

  •  (Gold) 1058 poin
  • 100% positive feedback
© 2024 CSOFT International, Ltd.